Διάλεκτος: Νεμεώτικα - Λέξη: Τσινίζω

Τσινίζω

Διάλεκτος: Νεμεώτικα / Ευρύτερη περιοχή: Πελλοπόνησος / Τόπος που μιλείται: Νότιος Κορινθία - Βόρειος Αργολίδα

Μετάφραση

Αντιδρώ,νευριάζω