Διάλεκτος: Δεσκατιώτικα - Λέξη: βάιτσει

βάιτσει

Διάλεκτος: Δεσκατιώτικα / Ευρύτερη περιοχή: Θεσσαλία / Τόπος που μιλείται: Δεσκάτη Γρεβενών

Επεξήγηση

στράβωσε, λύγισε

Εκφράσεις, Παροιμίες, Γνωμικά

η Κότσιους βάιτσει

ο Κώστας [λόγω γερατιών]λύγισε [στράβωσε, έπαθε κάμψη]

του σαμάριι βάιτσει

λόγου του φορτώματος το σαμάρι γέρνει