Διάλεκτος: Κυπριακά - Λέξη: ξημαρισμένος

ξημαρισμένος

Διάλεκτος: Κυπριακά / Ευρύτερη περιοχή: Κύπρος / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

λερωμένος