Διάλεκτος: Κυπριακά - Λέξη: σαρκά (η)

σαρκά (η)

Διάλεκτος: Κυπριακά / Ευρύτερη περιοχή: Κύπρος / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

η σκούπα

Επεξήγηση

Η σκούπα που γινεται από κλαδί δέντρου (----<) και μαζια (μικροί αγκαθοτοί θάμνοι)