Διάλεκτος: Πετρωτιώτικα ή Καραμπαϊώτικα - Λέξη: μπιζιρνώ ή μπιζιρίζω, προφέρεται μπιζιρίζου

μπιζιρνώ ή μπιζιρίζω, προφέρεται μπιζιρίζου

Διάλεκτος: Πετρωτιώτικα ή Καραμπαϊώτικα / Ευρύτερη περιοχή: Θράκη / Τόπος που μιλείται: Πετρωτά Ν. Εβρου

Μετάφραση

βαριέμαι κατόπιν και ψυχικής κούρασης

Επεξήγηση

Μπιζέρσα να διαέρνω=βαρέθηκα να τριγυρνώ άσκοπα