Διάλεκτος: Κρητικά - Λέξη: απογυρίζω

απογυρίζω

Διάλεκτος: Κρητικά / Ευρύτερη περιοχή: Κρήτη / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

αποδιώχνω

Σχόλια

Απογυρίζω Κυρία Ευαγγελία θα πεί αποφεύγω κάτι, η λ. είναι σύνθετη [<από + γυρίζω] π.χ. -Απογυρίζω σα σε δώ να μην γ-κουτελωθούμε να μη γελάσ` ο γεις τ΄αλλού και ξεφανερωθούμε.