Διάλεκτος: Κρητικά - Λέξη: τροζός

τροζός

Διάλεκτος: Κρητικά / Ευρύτερη περιοχή: Κρήτη / Τόπος που μιλείται:

Μετάφραση

τρελός, παλαβός