Διάλεκτος: Κερκυραϊκά - Λέξη: μπούγιο

μπούγιο

Διάλεκτος: Κερκυραϊκά / Ευρύτερη περιοχή: Ιόνια νησιά / Τόπος που μιλείται: Κέρκυρα

Μετάφραση

βράση

Επεξήγηση

άηκε να πάρει ένα μπούγιο το φαί μπριχού το σβήσεις ορή.