Διάλεκτος: Κερκυραϊκά - Λέξη: δαρτίζω

δαρτίζω

Διάλεκτος: Κερκυραϊκά / Ευρύτερη περιοχή: Ιόνια νησιά / Τόπος που μιλείται: Κέρκυρα

Μετάφραση

χτυπώ με το δάρτη για να ξεχωρίσω τους καρπούς από την ήρα