Διάλεκτος: Κερκυραϊκά - Λέξη: ροκέτο

ροκέτο

Διάλεκτος: Κερκυραϊκά / Ευρύτερη περιοχή: Ιόνια νησιά / Τόπος που μιλείται: Κέρκυρα

Μετάφραση

γυναικείο ένδυμα